καζεΐνη

καζεΐνη
Το κύριο κλάσμα πρωτεϊνών που περιέχεται αποκλειστικά στο γάλα των θηλαστικών, σε ποικίλες αναλογίες στα διάφορα είδη. Στη βιομηχανία η κ. παραλαμβάνεται απευθείας από το γάλα. Η καθαρή κ. είναι λευκή σκόνη, αδιάλυτη στο νερό, αλλά διαλυτή σε όξινα ή αλκαλικά διαλύματα. Δεν πήζει με τη θερμότητα, αλλά με επίδραση οξέων καθώς και με επίδραση του εκχυλίσματος του γαστρικού βλεννώδους υμένα (πυτιά) των μηρυκαστικών που θηλάζουν, παρουσία αλάτων του ασβεστίου. Στο μόριό της περιέχονται σχεδόν όλα τα απαραίτητα αμινοξέα και κυρίως λυσίνη, τυροσίνη και τρυπτοφάνη, που κάνουν το γάλα να θεωρείται ιδανική τροφή για την ανάπτυξη. Στην ουσία, η κ. είναι ένα μείγμα φωσφοπρωτεϊνών που βρίσκονται στο γάλα με τη μορφή διάχυτων μηκυλλίων ποικίλου μεγέθους. Τα διαφόρων μεγεθών μηκύλλια σχηματίζονται από σφαιρικές υπομονάδες, καθεμία από τις οποίες περιέχει 25-30 μόρια κ., καθώς και από μικρές ποσότητες φωσφορικού ασβεστίου, που παίζουν σημαντικό ρόλο στη δομή των μηκυλλίων. Το ανθρώπινο γάλα περιέχει 1% κ., της αγελάδας 3% και του προβάτου 4%. Η κ. είναι εύπεπτη, επειδή διασπάται ταχύτατα από τα ένζυμα πεψίνη και θρυψίνη. Καθιζάνει στο γάλα με την επίδραση οξέων, όπως συμβαίνει στη φυσική ζύμωση (π.χ. στο γιαούρτι) ή όπως πραγματοποιείται στη βιομηχανία με την εφαρμογή ανόργανων οξέων (π.χ. υδροχλωρικό οξύ). Με την επίδραση της χυμοσίνης (ρενίνη), που περιέχεται στο γαστρικό υγρό, η κ. μετατρέπεται σε παρακαζεΐνη και έτσι πήζει. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που εκδηλώνεται φυσικά στο στομάχι και αναπαράγεται κατά τη διαδικασία παρασκευής τυριών με χρησιμοποίηση πυτιάς ή ρενίνης. Εκτός από τη βιομηχανία τροφίμων, η κ. χρησιμοποιείται σε πολλούς άλλους τομείς, ειδικά για την κατασκευή κόλλας, βερνικιών, ειδικών χαρτιών και πλαστικών υλών.
* * *
η
πρωτεϊνικής σύστασης ουσία που αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος τών αζωτούχων ενώσεων οι οποίες βρίσκονται στο γάλα τών θηλαστικών, αλλ. τυρίνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. caseine < λατ. caseus «τυρί» + κατάλ. -ine].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • καζεΐνη — η (χημ.), λευκωματώδης ύλη στο γάλα, η τυρίνη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • γάλα — Υγρό που εκκρίνεται από τους μαστικούς αδένες των θηλαστικών. Το γ. είναι ένα γαλάκτωμα, δηλαδή νερό με λεπτότατα λιποσφαίρια που περιέχει, εκτός από το λίπος, πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, ένζυμα, άλατα και βιταμίνες. Όλα τα συστατικά αυτά φέρονται… …   Dictionary of Greek

  • πλαστικές ύλες — Οργανικές ενώσεις με υψηλό μοριακό βάρος, αδιάλυτες στο νερό, στερεές στη συνηθισμένη θερμοκρασία, οι οποίες χαρακτηρίζονται ανάλογα με τη δυνατότητα επεξεργασίας τους με την τεχνική των εκμαγείων και της συμπίεσης. Οι πλαστικές ύλες μπορούν να… …   Dictionary of Greek

  • ίνα — Πρώτη ύλη της υφαντουργικής βιομηχανίας, η οποία αποτελείται από νηματοειδή υλικά, τεχνητά ή συνθετικά, που έχουν τα κατάλληλα χαρακτηριστικά μήκους, αντοχής και ελαστικότητας, για να είναι δυνατός o μετασχηματισμός τους σε νήματα (κλωστές) και… …   Dictionary of Greek

  • γαλάλιθος — Τεχνητή πλαστική ύλη που παρασκευάζεται από την καζεΐνη του γάλακτος με φορμαλδεΰδη. Είναι σώμα άχρωμο, άγευστο και δεν αναφλέγεται. Έχει ειδικό βάρος 1,3 1,4, δεν αντέχει πολύ στο νερό και μπορεί να κατεργαστεί μόνο με σκάλισμα ή τόρνευση.… …   Dictionary of Greek

  • θηλασμός — Η πρώτη μορφή διατροφής των νεογνών του ανθρώπου και γενικότερα των θηλαστικών ζώων. Οι τρόποι και η διάρκεια του θ. ποικίλλουν ανάλογα με τα διάφορα είδη. Κατά τη διάρκεια της κύησης, ο μαστός ή μαζικός αδένας υφίσταται μεταβολές από την… …   Dictionary of Greek

  • λανιτάλη — η χημ. εμπορική ονομασία ύλης τεχνητών υφαντικών ινών πρωτεϊνικής σύστασης που παράγεται από την καζεΐνη. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. lanital, συντετμημένο τ. τού ιταλ. lana italiana «ιταλικό μαλλί»] …   Dictionary of Greek

  • λευκίνη — Αλειφατικό αμινοξύ με χημικό τύπο (CH3)2CHCH2CH(NH2)COOH, το οποίο αποτελεί ανώτερο ομόλογο της γλυκόκολας. Αποτελείται από άχρωμους κρυστάλλους, έχει σημείο τήξης 293 295°C, είναι ελάχιστα διαλυτή στο κρύο νερό και έχει μοριακό βάρος 131,8.… …   Dictionary of Greek

  • πάγκρεας — Αδένας του ανθρώπινου σώματος. Έχει μήκος 14 18 εκ., βάρος 60 100 γρ. και είναι προσαρτημένος στο δωδεκαδάκτυλο. Βρίσκεται πίσω από το στομάχι και μπροστά από τους πρώτους οσφυϊκούς σπονδύλους. Το δεξιό του μέρος, που ονομάζεται κεφαλή,… …   Dictionary of Greek

  • παρακαζεΐνη — η (βιοχ.) πρωτεΐνη που προέρχεται από την ενζυματική δράση τού ενζύμου χυμοσίνη στην καζεΐνη με καθίζηση ασβεστίου …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”